Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Τερμάτισα!

[Την προσωπική του εμπειρία από τη συμμετοχή του στις 13.11.2011 στον Κλασσικό Μαραθώνιο της Αθήνας γράφει ο Λευτέρης Αναστασάκης, απόφοιτος του 1983.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στη «στήλη» των αναγνωστών του protagon.gr]


Τερμάτισα τον πρώτο μου Μαραθώνιο, ή αλλιώς βρήκα έναν τρόπο να είμαι αισιόδοξος!

Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου να μην αντέχω τα χιλιόμετρα. Μονίμως τελευταίος στο σχολείο στους δρόμος αντοχής κι ας ήμουν γρήγορος στις μικρές αποστάσεις. Τους τύπους που έτρεχαν πέντε χιλιόμετρα τους έβλεπα με θαυμασμό και κρυφή ζήλια. Η φοιτητική ζωή και οι «καλές συνήθειες» που τη συνοδεύουν χειροτέρεψαν τη φυσική μου κατάσταση.

Το ναδίρ όμως το βίωσα τον Νοέμβριο του 2001 σε ηλικία τριάντα πέντε χρονών, παρά το ότι είχα κόψει το τσιγάρο ήδη 9 χρόνια. Συμμετείχα με τους γιους μου, (ηλικίας 5 και 6 χρονών τότε) στον «Δρόμο Υγείας» που οργανώνει η Εταιρία στην οποία δουλεύω για τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους. Πονηρά σκεπτόμενος, δήλωσα στην πιο μικρή απόσταση (2 χιλιόμετρα), έχοντας το ατράνταχτο επιχείρημα ότι πρέπει να τρέξω μαζί με τα παιδιά… Αποτέλεσμα; Σταματούσα κάθε 500 μέτρα για να πάρω ανάσες. Τα παιδιά μου με ξεπέρασαν με χαρακτηριστική άνεση.

Είπα στον εαυτό μου: «Μέχρι εδώ. Σήμερα αλλάζω!» Ζήτησα από τον διοργανωτή να με εγγράψει στην μεγαλύτερη απόσταση του Δρόμου Υγείας του επόμενου έτους. Ήταν 12 χλμ. Ξεκίνησα προπονήσεις 4 φορές την εβδομάδα. Την δεύτερη εβδομάδα έσπασα το ψυχολογικό φράγμα του ενός χιλιομέτρου (εννοώ συνεχές και αδιάλειπτο τρέξιμο). Κέρασα την παρέα μου και συνέχισα να αυξάνω τις αποστάσεις. Τον Νοέμβριο του 2002 έτρεξα τα 12 χλμ σε αξιοπρεπή χρόνο. Το τρέξιμο μού έγινε τρόπος ζωής. Αισθανόμουν πλέον άσχημα αν δεν έτρεχα 3 φορές την εβδομάδα, από 4-5 χιλιόμετρα κάθε φορά.

Τον Μάιο του 2011, με την αναγκαία παρακίνηση της παρέας και όντας στη γιορταστική ατμόσφαιρα του Γύρου της Αθήνας σημείωσα καλό χρόνο στα 8,5 χλμ. Έβαλα μυστικό στόχο τον Μαραθώνιο του 2012 (όχι του 2011). Ξεκίνησα άμεσα προπόνηση ερασιτέχνη μαραθωνοδρόμου, ήτοι κάθε μέρα (πραγματικά όμως ΚΑΘΕ μέρα) 5 χλμ και τις Κυριακές από 20 ως 30 χλμ. Στόχος, να «γεμίζει» ο οργανισμός με 50 ως 60 χλμ την εβδομάδα.

Γνώρισα έτσι μια νέα κοινότητα ανθρώπων, που είναι στο πόδι στις 6:00 το πρωί κάθε μέρα, ακόμα και τις Κυριακές, ακόμα και στις διακοπές τον Αύγουστο. Μια χαμογελαστή κοινότητα που λέει πάντα καλημέρα όταν συναντιόμαστε, ενώ δεν γνωριζόμαστε. Άνθρωποι που έχουν διάθεση να μιλήσουμε και να ανταλλάξουμε τα «μυστικά» της προπόνησης, σε μια πόλη που συχνά δεν μιλάμε στον γείτονά μας. Άνθρωποι ευγενείς, οι οποίοι ποτέ δεν πετούν το άδειο μπουκάλι το νερό στο δρόμο, που νοιάζονται για τον δημόσιο χώρο και όχι μόνο για τον ιδιωτικό. Παρέες που τις συναντώ κάθε Κυριακή να κουβεντιάζουν, ενώ διανύουν κάθιδροι το εικοστό χλμ. Οικογένειες στις οποίες ο πιτσιρικάς αγωνίζεται να προφτάσει τους γονείς του, ή -συχνότερα- αντίστροφα.

Κάποιοι μπορεί κάποιοι να κουνάτε το κεφάλι μουρμουρίζοντας: «γιατί να μπω σε τόσο κόπο». Πιστεύω, για 3 λόγους. Πρώτος και σημαντικότερος λόγος είναι ότι δεσμεύουμε τον εαυτό μας σε έναν υψηλό στόχο και αποκτούμε αισιοδοξία καθώς τον πλησιάζουμε και πείσμα καθώς συναντάμε δυσκολίες, που πρέπει να υπερβούμε. Δεύτερον ο Μαραθώνιος είναι μία αναμέτρηση με τον εαυτό μας, με τα όριά μας. Εμείς βάζουμε όρια στον εαυτό μας. Στα είκοσί μου δεν έτρεχα ούτε 2 χλμ και πίστευα ότι δεν θα κατάφερνα ποτέ να τρέξω 5 χλμ. Όμως στα σαράντα πέντε μου έτρεξα 42 χλμ (εντάξει, εντάξει στον καταπληκτικό χρόνο των 5 ωρών και 27 λεπτών-δεν απείλησα ιδιαίτερα το παγκόσμιο ρεκόρ…). Τρίτον, μέσα στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε ατομικά (και όλοι μαζί ως κοινωνία), το να «συνομιλούμε» λίγες ώρες με τον εαυτό μας, είναι λύτρωση. Ηρεμούμε, βάζουμε τις σκέψεις και τις εκκρεμότητές μας σε μία τάξη.

Ο αγώνας της 13/11/2011 ήταν για μένα μια γιορτή - σαν να συμμετείχα σε φοιτητικό πάρτυ που ξεκινούσε νωρίς το πρωί. Παρεμπιπτόντως, με δυνατό κρύο, το οποίο κανέναν δεν ενόχλησε. Όπως κάθε πρωτάρης, κόντεψα να εγκαταλείψω στα μισά της ανηφόρας που ξεκινάει από το 18οχλμ και φτάνει μέχρι το 28ο. Το σώμα στο 23ο χλμ είπε «στοπ!», η ανάσα δεν έβγαινε ρυθμικά πια, τα γόνατα πόναγαν. Αλλά σκέφτηκα ότι πιο ευχάριστο έχω ζήσει, ότι πιο όμορφο προσμένω και επιβεβαίωσα το στίχο του τραγουδιού της Χαρούλας Αλεξίου, ότι «όλα είναι στο μυαλό». Συγκεντρώθηκα και τα υπόλοιπα ανηφορικά χιλιόμετρα βγήκαν. Μετά το 32ο ξεκίνησε η κατηφόρα. Έμοιαζε πλέον εύκολο κι ας έμεναν ακόμη 10 χλμ. Έβλεπα ήδη τον εαυτό μου να πατάει το ταρτάν στο Καλλιμάρμαρο. Όντως, το συναίσθημα όταν πλησιάζεις στο Στάδιο εξαφανίζει την κούραση, «εξατμίζει» τον πόνο. Είναι μία στιγμή μέθεξης, που αποδεικνύει ότι η σκληρή προσπάθεια τόσων μηνών άξιζε, δικαιώθηκε.

Από εκείνη τη μέρα είμαι πιο αισιόδοξος. Όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τη χώρα μας. Αφού η ατομική υπέρβαση είναι δυνατή, γιατί όχι και η συλλογική;

1 σχόλιο:

  1. Αυτό που μόλις διάβασα με γέμισε με τόση αισιοδοξία..Να σαι καλά άνθρωπε μου...

    ΑπάντησηΔιαγραφή